Διαταραχή συμπεριφοράς

Παιδιά και έφηβοι με διαταραχή συμπεριφοράς, φέρονται επιθετικά, τσακώνονται συνεχώς, τρομοκρατούν, επιτίθενται σωματικά σε άλλους, επιβάλλονται σεξουαλικά στον ή στη σύντροφο τους ενώ δείχνουν ατελείωτη βαναυσότητα σε ανθρώπους και ζώα. Οι επιτηδευμένοι βανδαλισμοί σε περιουσίες είναι κοινό χαρακτηριστικό ενώ παράλληλα παρατηρείται χρήση ουσιών, κάπνισμα, κατανάλωση αλκοόλ και πρόωρη σεξουαλική δραστηριότητα. Στα κορίτσια που πάσχουν από τη συγκεκριμένη διαταραχή παρατηρείται φυγή από το σπίτι και σε πολλές περιπτώσεις ανάμιξη με την πορνεία. Η συγκεκριμένη συμπεριφορά επεμβαίνει και στις μαθητικές και σχολικές τους επιδόσεις ή στον εργασιακό τομέα με αποτέλεσμα αυτά τα νέα παιδιά να μένουν πολύ πίσω.
Σχέσεις με φίλους ή μεγαλύτερους ενήλικες είναι σπάνιες. Επίσης έχουμε μεγαλύτερα ποσοστά τραυματισμών, σχολικών αποβολών και προβλημάτων με το νόμο. Ενώ δεν είναι σπάνιες και οι σεξουαλικά μεταδιδόμενες ασθένειες και τα στατιστικά στοιχεία που έχουμε αναφορικά με τα ποσοστά κατάθλιψης, σκέψεων αυτοκτονίας και αποπειρών είναι επίσης αυξημένα (Shaffer, 1996b).
Τα ποσοστά αυτής της διαταραχής, στις ηλικίες από 9 έως 17 ετών κυμαίνονται από 1 έως και 4% (Shaffer, 1996a). Παιδία με πρώιμη έναρξη της διαταραχής, για παράδειγμα πριν την ηλικία των 10 ετών είναι κυρίως αγόρια. Ενώ έχει παρατηρηθεί πως η διαταραχή είναι πιο κοινή στις πόλεις παρά στην επαρχεία (DSM-IV). Και δυστυχώς η πρώιμη έναρξη μας δίνει μεγαλύτερη πρόγνωση για πυροδότηση, στην ενήλικη φάση της ζωής, αντικοινωνικής διαταραχής προσωπικότητας. (DSM-IV, Rutter & Giller 1984, Hendren & Mullen, 1997). Περισσότερο από το 35% των παιδιών με οξεία αντικοινωνική διαταραχή γίνονται ενήλικες με αντικοινωνική διαταραχή.
Οι αιτίες για τη δημιουργία αυτής της διαταραχής δεν είναι ακόμα γνωστές. Μελέτες με δίδυμα και υιοθετημένα παιδιά μας ενημερώνουν ότι η διαταραχή συμπεριφοράς έχει τόσο βιολογικούς όσο και ψυχοκοινωνικούς παράγοντες εμπλοκής και δημιουργίας (Hendren & Mullen, 1997).

Update cookies preferences